Κείμενο-φωτογραφίες: Φένια Τσαγανάκη*
Ένας τόπος που μέχρι το 1995 αποτελούσε άβατο, ένας τόπος ανεξερεύνητος, που τον συνοδεύουν μύθοι και θρύλοι και που έχει δημιουργήσει -ενδεχομένως άθελά του- αμέτρητες διαμάχες στις οποίες πρωτοστατούσαν τρία διαφορετικά κράτη και εναλλασσόμενες κυβερνήσεις.
Το 1936 ο Μεταξάς επέβαλε στην περιοχή το νόμο «Περί μέτρων ασφαλείας οχυρών θέσεων» με τον οποίον κάποιες περιοχές στα βόρεια της χώρας κρίθηκαν αμυντικές ζώνες. Η είσοδος σε μη στρατιωτικούς ήταν αδύνατη, το ίδιο όμως και η έξοδος για τους κατοίκους των περιοχών αυτών που αναγκάστηκαν να περιοριστούν σημαντικά. Στόχος δεν ήταν άλλως παρά η «άμυνα» από την κομμουνιστική εισβολή των γειτονικών χωρών.
1970 η κατάσταση αλλάζει για τις περισσότερες ζώνες, στα Πομακοχώρια της Ξάνθης όμως η τελευταία μπάρα που περιόριζε την πρόσβαση «έπεσε» το 1995 με εντολή Αρσένη και έγκριση Ανδρέα Παπανδρέου.
Μεγαλώσαμε ακούγοντας πολλά για την περιοχή, με κυρίαρχη άποψη πως «σε πόλεμο με την Τουρκία αυτοί οι άνθρωποι θα πιάσουν τα όπλα και θα πολεμήσουν ενάντια στην Ελλάδα». Είναι συγκλονιστικό το πόσο υπερισχύει μέχρι και σήμερα η άποψη αυτή -που αγγίζει την άγνοια επικίνδυνα-.
Ευτυχώς, την απάντηση έδωσε ένα μικρό Πομακοχώρι της Ξάνθης πρόσφατα, η Πάχνη, όταν στην επικείμενη επίσκεψη του Τούρκου υπουργού εξωτερικών Τσαβούσογλου, οι κάτοικοι δήλωσαν πως είναι ανεπιθύμητος, κηρύσσοντάς τον persona non grata. Οι Πομάκοι της Ξάνθης αποδεικνύουν περίτρανα πως μόνη πατρίδα τους έχουν την Ελλάδα. Μια Ελλάδα όμως που συχνά εθελοτυφλεί μπροστά στη διαφορετικότητα και τη διαφορετική θρησκεία.
Ποιος είναι όμως αυτός ο ξανθός λαός με τα σλάβικα χαρακτηριστικά, τα ανοιχτόχρωμα μάτια που αντανακλούν καλοσύνη και την ψηλή αγέρωχη κορμοστασιά; Οι Πομάκοι της Ροδόπης και της Ξάνθης είναι εξισλαμισμένοι πρώην χριστιανοί, που μιλούν το δικό του γλωσσικό ιδίωμα, τα πομάκικα που είναι βουλγαρικής προέλευσης. Η καταγωγή τους με βάση αναλύσεις του DNA τους, έδειξε πως πρόκειται για ελληνικό φύλο που στην πορεία είχε κάποια ανάμειξη με άλλα βουλγαρικά. Πιστεύεται ακόμα πως πρόκειται για αρχαίο θρακικό φύλο το οποίο εξισλαμίστηκε κατά τον 16ο αιώνα για λόγους επιβίωσης και πιο ευνοϊκής φορολογίας. Κατεδαφίστηκαν όλες οι εκκλησίες της περιοχής, τα απομεινάρια των οποίων είναι τα μόνα που μαρτυρούν ακόμα ότι κάποτε υπήρξαν Χριστιανοί.
Μνημονεύεται η περίπτωση του κρυπτοχριστιανού Πομάκου Γιουσούφ στο χωριό Κέχρος Ροδόπης που διατηρούσε σε μπαούλο τα ράσα και τις εικόνες του ιερέα παππού του. Υπήρχαν επίσης και κρυπτοεβραίοι ενώ σήμερα αν και στην πλειοψηφία τους είναι Σουνίτες μουσουλμάνοι, δε παύουν να υπάρχουν και αλεβίτες- μπεκτασήδες- ένα κομμάτι του Ισλάμ που είναι πολύ κοντά στην ελληνορθόδοξη πίστη. Οι Βούλγαροι, στηριζόμενοι βασικά στο γλωσσικό τους ιδίωμα, τους διεκδικούν σαν Βούλγαρους, ενώ οι Τούρκοι, στηριζόμενοι στο γεγονός ότι είναι μουσουλμάνοι, τους θεωρούν Τούρκους. Κατά τους Ρουμάνους, οι Πομάκοι είναι απομεινάρι αρχαίου θρακικού φύλου το οποίο διαδοχικά εκρωμαΐστηκε, εκσλαβίστηκε και εξισλαμίστηκε.
Η συνεχής και επίμονη πλύση εγκεφάλου, που τους γίνεται άλλοτε από τη Βουλγαρία και άλλοτε από την Τουρκία, συνοδευόμενη από την μόνιμη αδιαφορία της Ελλάδας έχει συντελέσει, ώστε αυτοί οι άνθρωποι να έχουν χάσει τις εθνικές τους ρίζες και να πλέουν σ’ ένα πέλαγος χωρίς πυξίδα εθνικού προσανατολισμού.
Οι ίδιοι όμως αυτή τη φορά ύψωσαν το ανάστημά τους ενάντια στον Τούρκο υπουργό και την ερντογανική κυβέρνηση στέλνοντας τους ένα ηχηρό ΟΧΙ και διατρανώνοντας με αυτό τον τρόπο την ελληνικότητα τους.
Για μένα είναι η δεύτερη φορά στα Πομακοχώρια της Ξάνθης. Ξέρω τι θα αντικρίσω, δε ξέρω όμως τι θα ακούσω, αφού αυτή τη φορά στην παρέα μας βρίσκεται ο Χασάν, ο Πομάκος δάσκαλος που με χαρά μας πρότεινε αυτή την εκδρομή στην οποία θα μας ξεναγούσε. Περάσαμε από τη Μύκη με το επιβλητικό τζαμί και το «μεγάλο» σχολείο. Αφήσαμε πίσω μας το Πήλημα με τα φημισμένα κεμπάπ που σου τα σερβίρουν σε ξίφη.
Κάναμε τη στάση μας και στην Πάχνη με τους περήφανους ανθρώπους που όρθωσαν ανάστημα ενάντια στην γειτονική Τουρκία του Ερντογάν και γυρνώντας την πλάτη στον Τσαβούσογλου. Κάναμε μια μεγάλη στάση στο κεφαλοχώρι Εχίνος που έγινε γνωστό για τη διασπορά του κορωνοΪού κατά τη διάρκεια του πρώτου lock down.
Εδώ το μέρος «άρχεται» από τις γυναίκες αφού οι άντρες είναι στην πλειοψηφία τους οικονομικοί μετανάστες στη Γερμανία. Κουμάντο κάνουν οι γυναίκες που χειρίζονται τα χωράφια με τα καπνά, κάνουν όλες τις δουλείες, παίρνουν τις αποφάσεις. Τριγύρω μαντιλοφορεμένες περήφανες αγέρωχες πανέμορφες νεαρές γυναίκες που επέστρεφαν από τα χωράφια, γηραιότερες ανάμεσα στα εγγονάκια τους που ξεκουράζονταν σε πλαστικές καρέκλες και συνομιλούσαν με τις γειτόνισσες, μικρά αγόρια μέχρι δέκα ετών που καβαλούσαν μηχανάκια, θαρρείς και είχαν αναλάβει πια αυτά τη θέση των ανδρών που έλειπαν στο εξωτερικό.
Ο Εχίνος διαθέτει τρία τζαμιά, απολαύσαμε τη θέα από το πιο μεγάλο κι εντυπωσιακό. Το μέρος ήταν έρημο. Την προηγούμενη φορά που το είχα επισκεφτεί πριν 4 χρόνια έσφυζε από ζωή κι από άντρες που έσπευδαν να προσκυνήσουν σε μια από τις πέντε ημερήσιες προσευχές.
Στόχος μας ήταν να φτάσουμε στη μακρινή Κοττάνη. Ο δρόμος μέχρι εκεί δεν ήταν εύκολος. Κάπου πολύ κοντά στα βουλγαρικά σύνορα ξεκινούσε ένας δύσβατος χωματόδρομος που έμελλε να διαρκέσει περίπου μισή ώρα . Η διαδρομή και κυρίως ο προορισμός σε αποζημίωνε. Λίγο πριν το χωριό της Κοττάνης βρίσκεται ένα φημισμένο ταβερνάκι – παραδοσιακό πομάκικο σπίτι του οποίου οι ιδιοκτήτες μαγειρεύουν κι εξυπηρετούν με περισσή αγάπη και μεράκι. Το φαγητό και η θέα που προσφέρει είναι εξαιρετικά ενώ στο τέλος δε λείπει και το παραδοσιακό καφεδάκι στη χόβολη.
Ο Χασάν μας μιλά για τα μειονοτικά σχολεία της περιοχής. Σκέφτομαι πως η λέξη από μόνη της έχει αρνητικό πρόσημο μα και σκοπό να διαχωρίσει τα παιδιά αυτά από τα προνομιούχα χριστιανόπουλα των μεγάλων πόλεων. Μειονοτικά σχολεία της Ξάνθης και της Ροδόπης- αυτή η πληγή.
Μετά τη συνθήκη της Λωζάνης που καθόρισε τα όρια μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, προέκυψε και το ζήτημα της εθνικής συνείδησης των Πομάκων. Κι ενώ όλοι μας γαλουχηθήκαμε πιστεύοντας πως αυτοί οι άνθρωποι θα «πάρουν τα όπλα για την Τουρκία» οι ίδιοι νιώθουν δηλώνουν και φυσικά είναι Έλληνες που τιμούν τον τόπο και την πατρίδα- παρά το γεγονός ότι η πατρίδα συχνά τους γυρνά επιδεικτικά την πλάτη. To κράτος μας κατά την εποχή της Χούντας για να τους απομακρύνει από την Βουλγαρία -υπό των φόβο των Βουλγάρων κομιτατζήδων και τη σκιά του κομμουνισμού- τους έστρεψε από μόνο του στην Τουρκία, αναγκάζοντάς τους να μαθαίνουν τουρκικά που είναι για τους ίδιους μια τρίτη και ξένη γλώσσα, τσουβαλιάζοντάς τους λόγω της θρησκείας τους, μη παρέχοντάς τους μια σωστή και στοιχειώδη εκπαίδευση και αποκλείοντάς τους ουσιαστικά από το να μετέχουν της ελληνικής παιδείας.
Στα μειονοτικά σχολεία διδάσκονται στην ελληνική μόνο μαθηματικά και «γλώττα» όπως μας είπε ο Χασάν . Τα παιδιά αυτά βρίσκουν μεγάλη δυσκολία στην ένταξη αργότερο στο γυμνάσιο ή λύκειο και φυσικά αν συνεχίσουν σπουδές στο πανεπιστήμιο, αφού οι τουρκόφωνοι δάσκαλοι δε δείχνουν να ενδιαφέρονται για τα υπόλοιπα μαθήματα πέρα από την εκμάθηση της τουρκικής γλώσσας και την αποστήθιση του ακατάληπτου κορανίου, αφού είναι στην αραβική γλώσσα. Αξιοσημείωτο δε είναι το γεγονός ότι η μόνη κυβέρνηση που έχει καταφέρει κάτι για τον τόπο είναι η κατάργηση του νόμου της Σαρία, κάτι που επετεύχθη μόλις λίγα χρόνια πριν, επί κυβέρνησης Τσίπρα.
Για μένα που είναι η δεύτερη φορά στα Πομακοχώρια , εξακολουθώ να εντυπωσιάζομαι από την πραότητα και την καλοσύνη αυτών των απλών ανθρώπων και παράλληλα διαπιστώνω πως όροι που τους έχουμε ως σταθερές στη ζωή μας, όπως η θρησκεία, η πατρίδα, η καταγωγή, η εθνική ταυτότητα, είναι όροι στην πραγματικότητα ρευστοί. Τόσο ρευστοί που είναι δευτερευούσης σημασίας μπρος στην καθαρότητα της ψυχής και στην καλοσύνη που πάει πάντα μαζί με την απλότητά.
*Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το Σεπτέμβρη του 1984, κάπως πρόωρα γιατί βιαζόμουν να ανακαλύψω τον κόσμο. Στα 8 μου χρόνια έκανα το πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό. Ήταν κάπου στις ιταλικές Άλπεις όταν ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι ο προορισμός της ζωής μου ήταν αν ταξιδέψω. Στα 18 τους ανακοίνωσα πως θα πάω στα καράβια. Δε χάρηκαν με το νέο, έτσι κατέληξα στα αεροπλάνα, εξυπηρετώντας το επιβατικό κοινό στα 32.000 πόδια. Στο μεσοδιάστημα έκανα ένα παιδί, τελείωσα την ιταλική φιλολογία κι εργάστηκα ως διερμηνέας και καθηγήτρια. Μιλάω αγγλικά, ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, ρωσικά και πορτογαλικά. Στον ελεύθερό μου χρόνο παίζω κλαρινέτο και σκάκι, διαβάζω κλασική λογοτεχνία και ιστορία, παρακολουθώ ασιατικό κινηματογράφο ή ονειρεύομαι ταξίδια. Έχω ταξιδέψει σε περίπου 60 χώρες, στις περισσότερες με ένα σακίδιο στην πλάτη και μοναδική παρέα το ταξιδιωτικό μου ημερολόγιο. Έχω γράψει ένα βιβλίο με τίτλο “Ταξίδεψα για να σε βρω” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελκυστής.
https://www.instagram.com/fenia42/
INFO BOX
Για περισσότερες πληροφορίες κάνε click στο αντίστοιχο εικονίδιο!