Ταξιδεύοντας, κατάλαβα ότι το μυστικό ενός επιτυχημένου προορισμού είναι η ίδια η αφετηρία.. Το σπίτι μας. Οι άνθρωποί μας.. Και αυτό το κατάφεραν με την απουσία τους… και όχι με την παρουσία τους. 

 

 Κατάλαβα ποιους αγαπώ, και θέλω να τρέξω να τους αγκαλιάσω επιστρέφοντας. Κι ας περνούσα υπέροχα εκεί που ήμουν.. Διαπίστωσα πως δεν υπάρχει πουθενά ο τέλειος τόπος….. χωρίς αυτούς. «Παράδεισος» πουθενά, «κολάσεις» όμως πολλές. Tον παράδεισο και την κόλαση, τα μεταφέρουμε πάντα μαζί μας… Συνειδητά ή ασυνείδητα.

 
 Δεν υπάρχουν άσχημα και όμορφα μέρη. Υπάρχουν μέρη που απλά ταιριάζουν με τον μαγνητισμό- αύρα-χημεία, του κάθε επισκέπτη. Ένας τόπος, αν δεν τον θέλεις εσύ, σε απορρίπτει και εκείνος με τον τρόπο του.. Δεν κρίνεις μόνο εσύ. Σε κρίνει και ο άλλος.. Είσαι γελασμένος αν νομίζεις ότι επειδή αφήνεις χρήματα σε κάποιο άγνωστο τόπο, κάνεις και ότι θέλεις..
 
 Ταξιδεύοντας είδα, ότι είναι μύθος πως ζούμε σε ένα μεγάλο κόσμο όλοι μαζί. Ζούμε σε διαφορετικούς μικρόκοσμους, τους οποίους «στήσαμε» ανάλογα τις ανάγκες μας. Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στο Ρίο της Πάτρας, στο Ρίο της Βραζιλίας, στη Λοζάνη, στην Κοζάνη, στα Τρίκαλα Θεσσαλίας ή Κορινθίας, στην Όλυμπο Καρπάθου, στον Όλυμπο Πιερίας, ή σε μια σικ γειτονιά της Νέας Υόρκης.
 
 Ταυτόχρονα εκτίμησα ακόμη περισσότερο το δικό μου μικρόκοσμο. Τη χώρα μου, τη γειτονιά μου, τους φίλους μου. Κατάλαβα ποιοι χαίρονται με τη χαρά μου, και ποιοι θα σκάσουν από τη ζήλια τους. Πείστηκα ότι πριν δεν «ήξερα την τύφλα μου». Ένας λύκος με προβιά, στο μαντρί του μικρόκοσμού μου…
 
 Ταξιδεύοντας, συνειδητοποίησα ότι δεν ήθελα και δεν θέλω να αλλάξω τον κόσμο. Δεν θέλω, και δεν πρέπει να τον αλλάξω… Στην πραγματικότητα δεν το θέλει κανείς, και ας φωνάζουν οι περισσότεροι για το αντίθετο.. Ούτε ο Ελβετός, ούτε ο Πακιστανός, ούτε ο Ιρλανδός. Θέλουν να τον αλλάξουν μόνο δυο κατηγορίες: Οι πονηροί και οι απελπισμένοι…
 

 Ταξιδεύοντας, διαπίστωσα ότι η χώρα μου είναι στον απόλυτο ψυχικό διχασμό. Όλοι εναντίον όλων. Αντίθετα με τις «ευτυχισμένες κοινωνίες» που είδα.. Είναι αυτές, που οι άνθρωποί τους αποφάσισαν και συμφώνησαν όλοι μαζί, για μια κοινή πορεία. Υπακούοντας όλοι ανεξαιρέτως τους νόμους που όρισαν. Κι ας τους κοροϊδεύουν ή ειρωνεύονται όλοι οι άλλοι.. Τόσο απλά…

 Διαπίστωσα ότι δεν ήμαστε ούτε καλύτεροι, ούτε χειρότεροι από τους άλλους λαούς. Απλά ήμαστε όλοι διαφορετικοί. Και οι «άλλοι» και «εμείς»…

 
 Κατά παράξενο τρόπο όμως, αγάπησα ακόμη περισσότερο την πατρίδα μου.. Ταξιδεύοντας, πίστεψα ότι η χώρα μου έχει μια απίστευτη δυναμική, που αν την ενεργοποιήσει μπορεί να τους τρελάνει όλους. Έξυπνοι και δημιουργικοί άνθρωποι, τεράστιος πολιτισμός, εκπληκτικό κλίμα, μοναδική ποικιλία στη μορφολογία του εδάφους και ομορφιά τοπίων. Η σπίθα χρειάζεται μόνο… για να πετάξει έξω τα αγαπημένα σπορ των Ελλήνων: τη μιζέρια, την εγωπάθεια, την καχυποψία, το μίσος μεταξύ τους…
 
 Ταξιδεύοντας, πίστεψα επιτέλους στα δικά μου μάτια, και όχι στα αυτιά μου… Πίστεψα, σε αυτά που βίωσα ο ίδιος, και όχι αυτά που είδα στην τηλεόραση, άκουσα από γνωστούς και φίλους. « Λονδίνο; Χάλια, χάλια, όλο βρέχει και βλέπεις κάθε καρυδιάς καρύδι.. Αθήνα; χάλια, χάλια, όλο έχει ήλιο και ζέστη και πάλι βλέπεις κάθε μηλιάς μήλο.. Ελσίνκι; Χάλια, χάλια .Ούτε ήλιος, ούτε βροχή και δεν βλέπεις ούτε καρύδια, ούτε μήλα… »
 
 Ταξιδεύοντας κατάλαβα ότι ο υπόλοιπος κόσμος δεν έχει στο μυαλό του μόνο τη χώρα μου. Έχει τόσα δικά του προβλήματα, που πιστέψτε με, η Ελλάδα είναι το τελευταίο πράγμα που σκέφτεται. Το 98% του κόσμου, δεν θέλει να εξαφανιστούμε, δεν μας μισεί, δεν θέλει το κακό μας. Ναι, έχουμε παράπονα. Γιατί μήπως αυτοί δεν έχουν από εμάς..;
 
 Ταξιδεύοντας με εξέπληξαν θετικά, λαοί που δεν το περίμενα. Τούρκοι στα βάθη του Πόντου στα Κοτύωρα (Ορντού), να προσπαθούν να με βοηθήσουν με λαχτάρα για να βρουν τα αρχεία με το όνομα της γιαγιάς μου, που κάποτε ζούσε εκεί. Στα Τίρανα της Αλβανίας, όπου κι αν πήγα από καφέ, μέχρι ταβέρνες και κέντρα διασκέδασης, ακουγόταν συνεχώς Ελληνικά τραγούδια (δημοτικά, έντεχνα, σύγχρονα, τα πάντα). Ο Αλβανός ταξιτζής μας έβαλε να ακούσουμε τόσο Γονίδη και Κοκκίνου που στο τέλος του είπαμε: «Ήμαρτον χριστιανέ μου, λυπήσου μας. Βάλε και κανένα δικό σας να καταλάβουμε που ήρθαμε…» Στη Βαρκελώνη Πακιστανός μικροπωλητής μόλις μας είδε φώναξε: «Γκειά σου παντρίντα Ελλάντα !!» Στο κέντρο του Λονδίνου, Άγγλος με ρίζες Ινδίας, μας έδειξε κέρμα δραχμών με τον Ήλιο της Βεργίνας, που είχε μόνιμα στην τσέπη του, από θαυμασμό για το Μ. Αλέξανδρο..
 
 Και στη Μεσσηνία, όταν είπαμε στον ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου που μέναμε, ότι έχουμε σκοπό να πάμε μια ημερήσια εκδρομή στην Ολυμπία, μας ρώτησε με απορία: Και γιατί να πάτε μέχρι εκεί…;»
 
 Ταξιδεύοντας διαπίστωσα ότι η Ελλάδα δεν είναι το κέντρο του κόσμου, αλλά παντού υπάρχει Ελλάδα ! Όπου κι αν πήγα, είδα ένα κομμάτι Ελλάδας. Κάποιον Έλληνα, εκκλησία, σχολείο, πολιτισμό από τη μικρή μας χώρα, σε κάθε γωνιά της γης.
 
 Ταξιδεύοντας διαπίστωσα ότι οι πιο αυστηροί με τους Έλληνες της Ελλάδας, δεν είναι οι ξένοι, αλλά οι Έλληνες του εξωτερικού… Οι Έλληνες μετανάστες έχουν μια απίστευτη ερωτική εμμονή και πάθος αγάπης με την Ελλάδα, αλλά όχι και με τους κατοίκους της..
 
 Ταξιδεύοντας στεναχωρήθηκα αφάνταστα, όταν είδα πόσο πίσω έχουμε μείνει σαν χώρα. Στις τουριστικές υποδομές, την απαίσια συμπεριφορά στους αναπήρους, τα παιδιά και τους γέροντες. Χώρες που υποτιμούσα και χλεύαζα, μου έδειξαν με πράξεις, πόσο, μα πόσο λάθος ήμουν, έχοντας άποψη για κάτι που δεν ήξερα, αλλά απλά άκουσα για αυτές… Χώρες φτωχές, με άπειρα προβλήματα, που όμως οι άνθρωποί τους κρατούν μια αξιοπρέπεια, σέβονται το συνάνθρωπο και δεν γκρινιάζουν ή διαμαρτύρονται μονίμως..
 
 Ταξιδεύοντας, δοκίμασα και γεύτηκα του κόσμου τις «αηδίες». Ούτε ο γύρος πίτα, ούτε το τζατζίκι, ούτε ο μουσακάς είναι οι κορυφαίες γεύσεις στον κόσμο. Ούτε όμως και η παέλια στη Μαδρίτη είναι καλύτερη από το μυδοπίλαφο Θεσσαλονίκης, ούτε η τούρτα Ζάχερ στη Βιέννη είναι νοστιμότερη από τα σιροπιαστά Ξάνθης.
 
 Ταξιδεύοντας, κατάλαβα ότι πρέπει να είμαι λιγότερο αυστηρός στην κριτική μου σε οτιδήποτε καινούργιο βλέπω. Διδάχθηκα ότι πρέπει να αποδέχομαι, να κατανοώ, να σέβομαι τον τόπο που επισκέπτομαι, αλλά και τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Δεν είμαι πιο μάγκας που έτυχε να ζω σε μια μόνιμα ηλιόλουστη χώρα, με μέση θερμοκρασία τους 25 βαθμούς, και αυτός να ζει μέσα στη νύχτα, την υγρασία, την παγωνιά ή το μόνιμο καύσωνα και δεν έχει κουράγιο να μιλήσει ή να γελάσει. Και τον ειρωνεύομαι κι από επάνω.
 
 Πριν ξεκινήσετε ένα ταξίδι, ξεκαθαρίστε μέσα σας τι ακριβώς είστε: Ταξιδευτής ή τουρίστας; Τις διαφορές δίνει εύστοχα η Μάγια Tσόκλη: «Ο τουρίστας ξεκουράζεται και ακολουθεί, ο ταξιδευτής ταλαιπωρείται, ψάχνει, ενδιαφέρεται, συμμετέχει. Ο τουρίστας έχει μια υπεροψία στην επιφανειακή κριτική του, ο ταξιδευτής εκτιμά τη διαφορετικότητα, παλεύει να κατανοήσει και να δικαιολογήσει τα φαινόμενα. Ο τουρίστας μεταφέρει μαζί του και τις απαιτήσεις του, ο ταξιδιώτης αφήνεται στην αλήθεια του προορισμού.»
 
 Δεν θα ξεχάσω επίσης τα λόγια του Άκη Τεμπερίδη ( έκανε το γύρο του κόσμου για 2-3 χρόνια με τζιπ). «Οι μεγαλύτεροι εχθροί για να κάνεις το γύρο του κόσμου είναι η τηλεόραση και ο καναπές….»
 
 Μεγάλες κουβέντες, που άλλες φορές κατάφερα να τις κάνω πράξη, και άλλες όχι….
 
 Ρώτησα μια φίλη μου, τι κέρδισε από τα ταξίδια, και μου είπε: «Το ταξίδι με κάνει να θέλω να γίνω καλύτερος άνθρωπος….»
 
 Ναι και εγώ αυτό θέλω. Να αλλάξω και να καταφέρω να γίνω λίγο καλύτερος άνθρωπος, βοηθώντας το μικρόκοσμό μου. Τα άλλα θα έρθουν μόνα τους…
 

Και το ταξίδι συνεχίζεται…

Αφήστε μια απάντηση